Χρειαζόμαστε μικρότερα, ισχυρότερα Τμήματα Αρχιτεκτονικής

ΖΗΣΗΣ ΚΟΤΙΩΝΗΣ* , εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ο προγραμματισμός ενός νέου Τμήματος Αρχιτεκτόνων, όπως αυτό του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, που αποφασίστηκε από το υπουργείο Παιδείας και διά νόμου πρόκειται να λειτουργήσει από το 2015-16, θέτει στοιχειώδη ερωτήματα: Σε ποιο περιβάλλον αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης έρχεται σήμερα να προστεθεί ένα νέο Τμήμα και σε ποια συνθήκη άσκησης του επαγγέλματος και απασχόλησης προσθέτει τις εκατοντάδες αποφοίτους που θα παραγάγει;

Το περιβάλλον των έξι Τμημάτων που λειτουργούν σήμερα στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από τα εξής: Μειώνεται συνεχώς το διδακτικό και το διοικητικό προσωπικό, καθώς αφαιρούνται διδάσκοντες με τη διαδικασία της «φυσικής γηράνσεως» και τη συνεχή απομείωση του εν ενεργεία δυναμικού, και διοικητικοί με τις διαθεσιμότητες και τις απολύσεις. Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια αυξάνονται συνεχώς οι εισαγόμενοι φοιτητές, παρόλη την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας και την υποβάθμιση του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα μηχανικού. Η κρατική ευθύνη για τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης συρρικνώνεται σχεδόν αποκλειστικά στις μισθοδοσίες και τις παροχές κοινής ωφελείας, το νερό και το ηλεκτρικό. Πρόκειται για μια νέα βιοπολιτική συνθήκη την οποία βιώνουν και οι αρχιτεκτονικές σχολές. Η πανεπιστημιακή ζωή, η εκπαίδευση και η έρευνα αποστερούνται του λειτουργικού και του υλικού τους μηχανισμού και εξοπλισμού, αναγόμενες σε μια απογύμνωση της εκπαίδευσης στη στοιχειώδη σχέση «η αίθουσα, ο δάσκαλος, ο μαθητής», όπως τη γνωρίζαμε ήδη από τις συνθήκες της μέσης εκπαίδευσης, στις εποχές οικοδόμησης της δημόσιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα.

Αυτές τις διαπιστώσεις, δεν τις κάνουμε μόνο εμείς, οι από μέσα, αλλά τις περιγράφουν οι εξωτερικές αξιολογήσεις των Τμημάτων από συναδέλφους του διεθνούς πανεπιστημιακού περιβάλλοντος. Η αύξηση των εισαγομένων φοιτητών, η μείωση του προσωπικού και η αποχρηματοδότηση των υποδομών είναι το τρίπτυχο της σημερινής παθογένειας, που συχνά περιγράφει η διεθνής εξωτερική αξιολόγηση της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης, όπως έγινε για παράδειγμα στον Βόλο και στην Πάτρα. Σε αντίστιξη, η περιγραφή συμπληρώνεται με τη θετική αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου και της ποιότητας του επιπέδου των φοιτητών. Ενα Νέο Τμήμα Αρχιτεκτόνων, πώς θα εκκινούσε με αυτούς τους όρους και μάλιστα επιβαρύνοντας με το κόστος και τον προγραμματισμό του, τη χρηματοδότηση από το ίδιο σακούλι των υπαρχόντων Τμημάτων;
Προφανώς η αντίστροφη σκέψη θα ήταν ορθή: Ο προϋπολογισμός για ένα νέο Τμήμα να πήγαινε στην ενίσχυση των υπαρχόντων, που ήδη παράγουν πλεονάσματα αποφοίτων, σε σχέση με τους όρους άσκησης του επαγγέλματος και τη δομική ανεργία του απώτερου μέλλοντος.

Μέχρι πριν από μια πενταετία, η προοπτική της πλειονότητας των αποφοίτων ήταν προοπτική απασχόλησης και ποικιλότροπης άσκησης του επαγγέλματος. Σήμερα επιτελείται μια δομική αλλαγή με μακρά προοπτική. Το γεγονός ότι η επαγγελματική προοπτική των σημερινών και των αυριανών αποφοίτων είναι αρνητική αλλάζει το ίδιο το επάγγελμα σε νέες, δυσμενείς κατευθύνσεις. Οι νέοι απόφοιτοι, αδυνατώντας να καλύψουν στη μεγάλη πλειονότητά τους τις ασφαλιστικές εισφορές, τίθενται αυτόματα εκτός του επαγγέλματος, δεν μπορούν δηλαδή να πάρουν νομικά την ευθύνη για τη σύνταξη μιας μελέτης ή επίβλεψης έργου. Από επαγγελματίες αρχιτέκτονες μετατρέπονται σε έναν χυλό γενικού δυναμικού σχεδιαστών για κάθε πιθανή προσωρινή μικρο-απασχόληση. Αραγε ο προγραμματισμός του υπουργείου είναι για την παραγωγή περισσότερων τέτοιου είδους αποφοίτων, τόσο με το νέο Τμήμα που θέλει να δημιουργήσει όσο και με την υπερφόρτωση των υπαρχόντων Τμημάτων με περισσότερους εισαγόμενους φοιτητές;

Διεθνοποίηση

Αντίθετα με την παραπάνω δυστοπία, αντίθετα με τις πελατειακές, προκλητικές για την κοινωνία αποφάσεις για νέα Τμήματα, η στρατηγική για το μέλλον θα έπρεπε να έχει ως βάση τη μείωση των φοιτητών, με μεγαλύτερη αναλογία κόστους ανά φοιτητή/τρια και με τη δυνατότητα απορρόφησής τους στην τοπική αγορά εργασίας. Τέτοια μικρότερα και ισχυρότερα Τμήματα, θα έπρεπε να γίνουν τα ήδη υπάρχοντα, όπως είναι κατά κανόνα και χωρίς εξαιρέσεις τα ανταγωνιστικά Τμήματα Αρχιτεκτονικής στην Ευρώπη και στην Αμερική. Ετσι θα ήταν σε θέση να διεθνοποιηθούν: να ανοιχθούν στον διεθνή περίγυρο προσκομίζοντας τα πολλαπλά οφέλη από την εισαγωγή ξένων φοιτη­τών/τριών στο ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο αντί να εξάγουν τους αποφοίτους και την κεφαλαιοποιημένη γνώση τους, για απόσβεση, στη διεθνή αγορά εργασίας.

* Ο κ. Ζήσης Κοτιώνης είναι αρχιτέκτων, Καθηγητής Τμήματος Αρχιτεκτόνων Πανεπιστημίου Θεσσαλίας