Οι αδυναμίες του νέου νόμου περί Ανώτατης Παιδείας

Το περιεχόμενο που βλέπετε έχει δημοσιευθεί πριν 10 έτη . Παρακαλούμε να λάβετε υπόψη τον χρόνο δημοσίευσής του και το ενδεχόμενο ότι όσα αναγράφονται σε αυτό να μην ισχύουν ή να έχουν τροποποιηθεί.

Κρεμαστινός Δημήτριος Θ.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 10/11/2013, 05:45 | ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ: 10/11/2013, 05:45| ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟ ΒΗΜΑ

Τα τελευταία γεγονότα στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα αποδεικνύουν τις προφανείς αδυναμίες του νόμου για εύρυθμη λειτουργία των πανεπιστημίων.
Mετά την ψήφιση του νόμου για την Ανώτατη Παιδεία από τη συντριπτική πλειοψηφία της Βουλής, γεγονός μοναδικό στην πολιτική ιστορία της χώρας, είναι καιρός να γίνει αποτίμηση του τι έχει συμβεί στην πράξη.
Αντικειμενικά, πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι ο νόμος, εκ των τριών βασικών στόχων που έθεσε, πέτυχε αναμφισβήτητα τους δύο.
1. Αποκατέστησε την πραγματική έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου σε άσυλο ιδεών, από άσυλο παρανόμων που είχε καταντήσει.
Σήμερα, που τυπικά το πανεπιστημιακό άσυλο έχει καταργηθεί, ουδείς διανοείται να παρεμποδίσει οποιαδήποτε φοιτητική δραστηριότητα ιδεολογικής φύσεως μέσα στον πανεπιστημιακό χώρο.
Tο πανεπιστημιακό άσυλο σε χαλεπές πολιτικές εποχές πράγματι υπηρέτησε και κατοχύρωσε την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών μέσα στα πανεπιστήμια. Τότε που η φοιτητική νεολαία υπερασπιζόταν τη συνταγματική επιταγή του 114. Τότε όμως εκείνοι οι φοιτητές ούτε έκαιγαν τις πανεπιστημιακές σχολές και τα εργαστήρια ούτε κακοποιούσαν τους καθηγητές και τους πρυτάνεις. Τότε οι συγκρούσεις μεταξύ φοιτητών και αστυνομίας σταματούσαν έξω από τα Προπύλαια, γιατί το πανεπιστημιακό άσυλο εμπόδιζε την αστυνομία να εισέρχεται στον πανεπιστημιακό χώρο και να διαλύει τις φοιτητικές συγκεντρώσεις.
2. Με τη μη συμμετοχή των φοιτητών στα εκλεκτορικά σώματα, ο νέος πανεπιστημιακός νόμος σταμάτησε τη συναλλαγή και τη διαφθορά μεταξύ καθηγητών και φοιτητών, που αμφότεροι καλλιεργούσαν συστηματικά. Οι πρώτοι για να διατηρούν τα πανεπιστημιακά τους αξιώματα και οι δεύτεροι για να διασφαλίζουν μελλοντικές πανεπιστημιακές θέσεις ή ακόμα χρηματικά και μη προνόμια, που κατά καιρούς δημόσια είχαν καταγγελθεί.
Αναμφισβήτητα, οι δύο αυτές μεταβολές αποκατέστησαν μεγάλες αδυναμίες που από καιρό θα έπρεπε να είχαν αποκατασταθεί.
3. Ομως, ενώ η συναλλαγή μεταξύ φοιτητών και καθηγητών έχει πια σταματήσει, δυστυχώς δεν σταμάτησε η συναλλαγή μεταξύ ανωτέρων και κατωτέρων βαθμίδων καθηγητών, που είναι και η πλέον καταστροφική για αυτό καθαυτό το μέλλον των Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων.
Με τον ισχύοντα νόμο, ο πρωτοδιοριζόμενος πανεπιστημιακός διορίζεται κατευθείαν ως επίκουρος καθηγητής και με την εξέλιξή του, κατά κανόνα μέσα σε μια δεκαετία, φθάνει στη βαθμίδα του καθηγητή.
Η συναλλαγή είναι αυτονόητη, δεδομένου ότι οι κατώτερες βαθμίδες είναι εκείνες που εκλέγουν τα διοικητικά όργανα (πρυτάνεις, κοσμήτορες, προέδρους), τα οποία είναι υπεύθυνα για τις εξελίξεις τους, δηλαδή εξελίξεις των «ψηφοφόρων» τους. Αυτό άλλωστε φάνηκε από τις πρώτες εκλογές για τα πρυτανικά συμβούλια, οπότε στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια εξελέγησαν όσοι πρόεδροι ή τέως πρόεδροι των σχολών υπέβαλαν υποψηφιότητα, γιατί απλούστατα είχαν «έτοιμο» το εκλεκτορικό τους σώμα.
Με απλά λόγια, η συναλλαγή αυτή ουσιαστικά εμποδίζει την ανανέωση των πανεπιστημίων με νέες υγιείς δυνάμεις, ιδιαίτερα τώρα που πολλοί αξιόλογοι επιστήμονες αναγκάζονται να σταδιοδρομούν στο εξωτερικό λόγω της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα, αφού οι καθηγητικές θέσεις καταλαμβάνονται στην πράξη από τους εξελισσόμενους «ψηφοφόρους». Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει προοδευτικά σε έτι περαιτέρω υποβάθμιση των πανεπιστημίων.
Ο συντάκτης του νόμου που τελικά ψηφίστηκε στη Βουλή, με πρωτοφανή πράγματι συναίνεση των κομμάτων, αρχικά προέβλεπε πρυτανικές αρχές και πρυτανικά συμβούλια κατά πλειοψηφία από άλλα πανεπιστήμια και από εξωπανεπιστημιακούς φορείς και όχι από το ίδιο Πανεπιστήμιο που οι υποψήφιοι υπηρετούσαν, ακριβώς για να καταπολεμηθούν η συναλλαγή και η διαφθορά. Τα διοικητικά αυτά όργανα είχαν αρμοδιότητα να διορίζουν τους κοσμήτορες ή προέδρους των διαφόρων σχολών. Θα τους επόπτευαν και θα τους έπαυαν αν δεν εφάρμοζαν, πολύ δε περισσότερο αν παραβίαζαν τον νόμο.
Ομως, από το αρχικό σχέδιο του νόμου, δυστυχώς με τις τροποποιήσεις που έγιναν, φθάσαμε σε έναν νόμο που επανέφερε τις εκλογές των διοικητικών οργάνων κατά βάση από τις κατώτερες βαθμίδες, δηλαδή την εκλογή των καθηγητών για τις διοικητικές θέσεις από τους επίκουρους και αναπληρωτές καθηγητές που αποτελούν την πλειοψηφία. Επανέφερε δηλαδή τη συναλλαγή που δεν παρατηρείται σε κανένα άλλο πανεπιστήμιου του κόσμου. Και μάλιστα μια συναλλαγή σε χειρότερο βαθμό από τη συναλλαγή τον προηγούμενου νόμου. Γιατί απλούστατα ο ισχύων νόμος δεν υιοθέτησε ούτε καν τους περιορισμούς του προηγούμενου νόμου.
Ο προηγούμενος νόμος προέβλεπε τουλάχιστον ορισμένο αριθμό θητειών για τα διοικητικά όργανα με μικρή χρονική διάρκεια, κάτι που σκοπίμως παραλείπεται στον ισχύοντα νόμο.
Σήμερα η συναλλαγή μέσα στα πανεπιστήμια, χωρίς περιορισμούς, θα επιφέρει την προοδευτική πτώση του επιπέδου σπουδών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την καλώς νοούμενη ακαδημαϊκή ανταγωνιστικότητα. Ανταγωνιστικότητα, την οποία δεν χρειάζονται μόνο τα πανεπιστήμια αλλά και η ίδια η χώρα.
Ο πανεπιστημιακός καθηγητής σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου δεν εκλέγεται για να καταλαμβάνει διοικητικές θέσεις και να ασκεί εξουσία. Εκλέγεται για να προάγει την έρευνα και την εκπαίδευση. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια υπήρξαν καθηγητές που ανάλωσαν το κύριο μέρος της θητείας τους στη διοίκηση, γιατί αυτό αποτέλεσε αυτοσκοπό για την επιβίωσή τους – και ασφαλώς όχι μόνο την επιστημονική.
Το γε νυν έχον, το υπουργείο Παιδείας οφείλει να προσδιορίσει σαφέστερα τις αρμοδιότητες των πρυτάνεων και των πρυτανικών συμβουλίων, για να μην υπάρχει επικάλυψη ή σύγκρουση αρμοδιοτήτων.
Πρέπει επίσης να θέσει όριο στον χρόνο που ένας καθηγητής μπορεί να υπηρετεί σε διοικητικές θέσεις αλλά, το κυριότερο, οφείλει να παρεμποδίσει το δικαίωμα της επανεκλογής του ιδίου σε οποιαδήποτε διοικητική θέση, γιατί απλούστατα η επανεκλογή στην ίδια θέση είναι η αιτία της συναλλαγής μεταξύ «ψηφοφόρου» και ψηφιζομένου. Οσο και αν φαίνεται εξωπραγματικό, είναι προτιμότερο να επανέλθει η λειτουργία των ΑΕΙ με βάση τον προηγούμενο νόμο παρά να παραμείνει ο ισχύων με τη σημερινή του μορφή.
Σε μια εποχή κατά την οποία επιτακτικό αίτημα της χώρας είναι η καταπολέμηση της συναλλαγής, ακόμη και με μεταβολή του Συντάγματος, π.χ. όσον αφορά την επανεκλογή των βουλευτών, είναι εγκληματικό για την Ανώτατη Παιδεία με την κάλυψη του νόμου να προάγεται η συναλλαγή στα πανεπιστήμια. Και δυστυχώς με αυτόν τον νόμο, αυτό γίνεται.

Ο καθηγητής κ. Δημήτρης Κρεμαστινός είναι βουλευτής, πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής.

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=538766

Σχολιάστε

18 − eight =

The maximum upload file size: 5 MB. You can upload: image, audio, video, document, spreadsheet, interactive, text, archive. Links to YouTube, Facebook, Twitter and other services inserted in the comment text will be automatically embedded. Drop file here