Του Κώστα Ντελέζου, Εφημερίδα – ΤΑ ΝΕΑ – 09/05/2024 (σελ. 20)
Ρόλο στην αγορά του 1 τρισ. δολαρίων διεκδικεί η Ελλάδα
Στόχος του εγχώριου οικοσυστήματος καινοτομίας είναι να «χτίσει» θέση στον παγκόσμιο χάρτη των ημιαγωγών, περνώντας από το στάδιο του σχεδιασμού των κυκλωμάτων σε εκείνο της δημιουργίας πιλοτικών γραμμών παραγωγής
Ρόλο στην παγκόσμια αγορά μικροτσίπ διεκδικεί πλέον και η Ελλάδα, με… εμπροσθοφυλακή μια σειρά από καινοτόμες – νεοφυείς (startups) και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Κύριος στόχος του εγχώριου οικοσυστήματος καινοτομίας είναι να «χτίσει» θέση στον παγκόσμιο χάρτη των ημιαγωγών, περνώντας από το στάδιο του σχεδιασμού των κυκλωμάτων σε εκείνο της δημιουργίας πιλοτικών γραμμών παραγωγής μικροτσίπ.
Στα τέλη του 2022, η παγκόσμια αγορά των μικροτσίπ εκτοξεύθηκε στα 600 δισ. δολάρια, ενώ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας που διανύουμε εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το αστρονομικό ποσό του 1 τρισ. δολαρίων!
Ηδη αρκετές εταιρείες με ελληνικό DNA «δημιουργούν» μικροτσίπ, τη στιγμή που η παγκόσμια ζήτηση αυξάνεται συνεχώς. Στην προσπάθεια της χώρας να αποκομίσει μεγαλύτερα οφέλη από τη συγκεκριμένη αγορά, το υπουργείο Ανάπτυξης χαράζει – για πρώτη φορά – εθνική στρατηγική για τα μικροτσίπ, σχεδιάζοντας να δώσει κίνητρα για επενδύσεις σε ημιαγωγούς.
Στην κορυφή αυτής της εθνικής προσπάθειας βρίσκεται μια κρίσιμη ομάδα εταιρειών υψηλής τεχνολογίας που ξεκίνησαν από την Ελλάδα και κάποιες από αυτές έχουν πλέον τεθεί υπό τη σκέπη παγκόσμιων κολοσσών τεχνολογίας, όπως η Google, η Samsung, η Huawei, η Xiaomi και η Applied Materials.
Ειδικότερα, στο ελληνικό οικοσύστημα των ημιαγωγών σήμερα δραστηριοποιούνται περίπου 25 εταιρείες, ενώ στόχος είναι ο αριθμός αυτός να διπλασιαστεί μέσα στα επόμενα χρόνια, ώστε η χώρα να προχωρήσει σε πιλοτικές γραμμές κατασκευής μικροτσίπ.
Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, η Ελλάδα μπορεί να προσελκύσει σημαντικές επενδύσεις, καθώς υπάρχουν πολλές ευκαιρίες στη βιομηχανία των ημιαγωγών. Στο πλαίσιο αυτό, υπεγράφη πρόσφατα μνημόνιο συνεργασίας για τα μικροκυκλώματα και την τεχνητή νοημοσύνη από την Ενωση Ελληνικών Εταιρειών Αναδυόμενων Τεχνολογιών (ΗΕΤiΑ), τον Δημόκριτο και το Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ. Στις μεγαλύτερες εταιρείες μικροτσίπ με ελληνικό DNA περιλαμβάνονται η Think Silicon και η Helic. Η Think Silicon, η εταιρεία που δημιούργησαν στην Πάτρα ο Γιώργος Σιδηρόπουλος και ο Ιάκωβος Σταμούλης, μπήκε το 2020 στο στόχαστρο της Applied Materials, ενός παγκόσμιου ηγέτη στην τεχνολογία υλικών για την παραγωγή σχεδόν κάθε νέου τσιπ. Η Think Silicon σχεδιάζει Μονάδες Επεξεργασίας Γραφικών (GPUs) υψηλών επιδόσεων και πολύ χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας για φορητές συσκευές, όπως τα smartwatches και όχι μόνο. Υπό την ομπρέλα του αμερικανικού ομίλου, η Think Silicon έκανε ουσιαστικά άλματα ανάπτυξης, με πλέον πρόσφατο το μοναδικό design center της Applied Materials στην Ευρώπη και ένα από τα ελάχιστα κέντρα σχεδιασμού τεχνολογίας της εταιρείας στον κόσμο.
Made in Πάτρα!
Σημειώνεται ότι σήμερα λίγοι γνωρίζουν ότι η χώρα έχει σημαντική θέση στον σχεδιασμό ημιαγωγών, ενώ ακόμα πιο λίγοι ξέρουν ότι μέρη της τεχνολογίας του WiFi, των μνημών Flash, μερικά ηλεκτρονικά μέρη των πρώτων iPhone και ένα μεγάλο ποσοστό των επεξεργαστών των Smart Bands που κυκλοφορούν στην αγορά έχουν σχεδιαστεί στην Πάτρα!
Ολα αυτά υλοποιήθηκαν επειδή η Atmel, μια μεγάλη τεχνολογική εταιρεία των ΗΠΑ, στις αρχές του 2000 δημιούργησε κέντρο έρευνας και ανάπτυξης τεχνολογιών στην αχαϊκή πρωτεύουσα, συνεργαζόμενη με το Πανεπιστήμιο Πατρών. Η Atmel έβγαλε μια «φουρνιά» μηχανικών, οι οποίοι ίδρυσαν τις δικές τους εταιρείες σχεδιασμού ημιαγωγών. Μια από αυτές είναι και η Think Silicon, που προσφέρει τον απαραίτητο εξοπλισμό σε εργοστάσια παραγωγής ημιαγωγών κατασκευαστών όπως οι TSMC, Intel, Samsung κ.λπ., που με τη σειρά τους κατασκευάζουν επεξεργαστές και ολοκληρωμένα κυκλώματα για smartphones, κάρτες γραφικών, CPUs PC κ.ά.
Η Helic
Η εταιρεία Helic, που περιήλθε στον έλεγχο της αμερικανικής ANSYS το 2019, αποτελεί άλλο ένα ελληνικό «θαύμα». Ιδρύθηκε το 2000 από τους Γιώργο Κουτσογιαννόπουλο, Απόστολο Λιάπη, Σωτήρη Μπαντά (της Centaur Analytics) και Νικόλα Πιζάνια (της Odyssey Venture Partners).
Η πρώτη επένδυση ύψους 250 χιλιάδων δολαρίων ήρθε πολύ νωρίς από την Atmel, επιβραβεύοντας εμπράκτως ένα προϊόν που προερχόταν από τα εργαστήρια του Μετσόβιου Πολυτεχνείου.