Η κατάργηση του μαθήματος της Πληροφορικής υπονομεύει τον στόχο για το σχολείο του 21ου αιώνα
Στις 9 Αυγούστου αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του υπουργείου Παιδείας το σχέδιο νόμου για το Γενικό Λύκειο, όπου (άρθρο 2) η Πληροφορική αναφέρεται ως μάθημα επιλογής για την Α’ Λυκείου, ενώ καταργείται η διδασκαλία της για τη Β’ και Γ’ Λυκείου. Η σχεδιαζόμενη αλλαγή κάνει ακόμη φτωχότερη την ήδη λειψή κατάρτιση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση γύρω από την επιστήμη της πληροφορικής και τις τεχνολογίες της. Δεν γνωρίζω ποιοι ακριβώς λόγοι υπαγόρευσαν αυτή την απόφαση. Είναι προφανώς εντελώς αντίθετοι με τη διεθνώς διαπιστωμένη τάση ενίσχυσης της διδασκαλίας της πληροφορικής και των τεχνολογιών της σε όλα τα κράτη, αναπτυγμένα ή μη. Βρίσκεται επίσης σε πλήρη αντίφαση με τις κυβερνητικές διακηρύξεις, που θεωρούν την καινοτομία προτεραιότητα και αιχμή του δόρατος της πολιτικής εξόδου από την κρίση.
«Η καινοτομία είναι μονόδρομος για να βγούμε από την κρίση» και «χωρίς… καινοτομία καμία κοινωνία δεν πάει μπροστά» έχει δηλώσει κατά καιρούς ο κ. Πρωθυπουργός. Οταν όλοι καλά γνωρίζουν τον πρωταρχικό ρόλο που παίζει η ύπαρξη κατάλληλα κατηρτισμένου ανθρώπινου δυναμικού, πώς δεχόμαστε την υποβάθμιση της τεχνολογικής εκπαίδευσης, πώς προετοιμάζουμε το μέλλον όταν οι νέοι μας είναι ψηφιακά αναλφάβητοι και τεχνολογικά αδαείς;
Η επισημαινόμενη αντίφαση δείχνει ακόμη μία φορά την αδυναμία μας να προτείνουμε ένα όραμα και μια συνεπή στρατηγική για ανάπτυξη στηριζόμενη σε ποιοτικά κριτήρια και προτεραιότητες. Εμμένουμε σε κοντόθωρες πολιτικές, που ανάγονται σε διαχειριστικά τερτίπια, ψυχρές αριθμητικές περικοπές και φορολογικές επιβαρύνσεις – πολιτικές που επικεντρώνονται στον έλεγχο των οικονομικών μεγεθών αγνοώντας τη σημασία του ανθρώπινου παράγοντα.
Προτεραιότητα για τον 21ο αιώνα
Η εκπαίδευση στην πληροφορική και στις νέες τεχνολογίες είναι προτεραιότητα διεθνώς, μια και είναι απολύτως απαραίτητη για την ανταγωνιστικότητα και την ασφάλεια στις σύγχρονες κοινωνίες. Είναι όμως παγκοσμίως κοινή η διαπίστωση ότι τα ως σήμερα εκπαιδευτικά προγράμματα επικεντρώνονταν κυρίως στην κατανόηση του φυσικού μας περιβάλλοντος και των μαθηματικών και πολύ λιγότερο στις τεχνολογίες που ανέπτυξε ο άνθρωπος και στην πληροφορική. Τα παιδιά τού σήμερα όμως βρίσκονται πολύ μακριά από τις αγροτικές ή και τις κλασικές βιομηχανικές κοινωνίες. Στις σύγχρονες κοινωνίες ξοδεύουμε 95% του χρόνου μας χειριζόμενοι τεχνολογικά προϊόντα.
Συνεπώς, η εκπαίδευση πρέπει να δίνει στους νέους τα κατάλληλα θεωρητικά και πρακτικά εργαλεία – όπως και τις δεξιότητες – για να κατανοήσουν τον τεχνολογικό κόσμο και να σταδιοδρομήσουν σε αυτόν. Να τους μάθει να εφαρμόζουν την επιστημονική και τη μαθηματική γνώση για να λύνουν «πραγματικά προβλήματα» και να είναι δημιουργικοί.
Μια κοινωνία πληροφορικά αναλφάβητη είναι πλέον καταδικασμένη σε παρακμή όχι μόνον οικονομική αλλά και πολιτιστική. Οι πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, των ΗΠΑ και άλλων χωρών για την αναμόρφωση των προγραμμάτων διδασκαλίας, για τη διάδοση και τη χρήση των τεχνολογιών της πληροφορίας στην εκπαίδευση, είναι χαρακτηριστικές ενδείξεις αυτής της συνειδητοποίησης. Αντίθετα, το προτεινόμενο νομοσχέδιο είναι μια ακόμη ένδειξη ότι η χώρα μας όχι μόνον αδυνατεί να προσαρμοστεί στις επιταγές των καιρών αλλά και οπισθοδρομεί.
«Ενθάδε κείται» ή «εγέρθητι»;
Δυστυχώς, σήμερα στη χώρα μας ένα σημαντικό ακόμη τμήμα της ακαδημαϊκής κοινότητας εμμένει – ενεργά ή παθητικά – στις παρωχημένες ιδέες περί «καθαρότητας της επιστήμης» και αυτό αποτελεί μια σοβαρή τροχοπέδη στον εκσυγχρονισμό της εκπαίδευσης.
Είναι επιτακτικό να αναπτύξουμε εκπαιδευτικά προγράμματα για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση που να προσφέρουν άρτια και σε βάθος τεχνολογική κατάρτιση. Μια τέτοια αλλαγή απαιτεί τη συγγραφή κατάλληλων σχολικών βοηθημάτων και την επιμόρφωση του διδακτικού προσωπικού. Συνεπάγεται μια μακροχρόνια και καλά προγραμματισμένη προσπάθεια για να προετοιμάσουμε τους μηχανικούς και τους επιστήμονες του μέλλοντος. Τα παιδιά είναι «γεννημένοι μηχανικοί»: τους αρέσει να κατασκευάζουν αντικείμενα και να καταλαβαίνουν πώς λειτουργούν. Μια σωστή τεχνολογική εκπαίδευση, από την πιο νεαρή ηλικία, μπορεί να καλλιεργήσει το ταλέντο τους για δημιουργικότητα και να τα βοηθήσει να εμπεδώσουν καλύτερα τις θεωρητικές τους γνώσεις. Να μάθουν να εργάζονται σε ομάδες και να λύνουν πρακτικά προβλήματα.
Η προτεινόμενη υποβάθμιση της πληροφορικής και των συναφών της τεχνολογιών είναι ακόμη ένα σύμπτωμα του γενικότερου εκπαιδευτικού προβλήματος στη χώρα μας. Είναι επιτακτικό να το δούμε επιτέλους με την απαιτούμενη σοβαρότητα και ενδελέχεια, ξεπερνώντας μικροπολιτικές διαφορές και συντεχνιακά συμφέροντα. Θέλω να πιστεύω ότι κάποτε η αντίδραση στην ολέθρια προχειρότητα και ολιγωρία των κυβερνώντων θα είναι ανάλογη με το κρίμα που γίνεται στη χώρα και στη νεολαία της.
Νέα γνώση
Οι πολέμιοι της πληροφορικής στην εκπαίδευση
Η ζητούμενη και επείγουσα αναμόρφωση και προσαρμογή των εκπαιδευτικών μας προγραμμάτων συναντά μια λίγο-πολύ οργανωμένη αντίδραση από κύκλους που δυστυχώς παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λήψη αποφάσεων σε υπουργεία και κρατικούς οργανισμούς. Οταν κάποτε τα επιχειρήματά τους ξεπερνούν την υπεράσπιση καθαρώς συντεχνιακών συμφερόντων, αντιτάσσουν δύο ειδών λόγους: (1) ότι η πληροφορική δεν είναι επιστήμη, αλλά απλώς ένα σύνολο τεχνολογιών και (2) ότι η εκπαίδευση πρέπει να περιορίζεται στην εκμάθηση «καθαρών» και «επιστημονικών» γνώσεων. Μια τέτοια επιχειρηματολογία αγνοεί εντελώς ότι η γόνιμη αλληλεπίδραση μεταξύ θεωρίας και εφαρμογών είναι καθοριστική για την κατάκτηση της γνώσης. Επίσης, απορρίπτεται από τα ίδια τα γεγονότα.
Σήμερα είναι πλέον σαφές ότι η πληροφορική δεν είναι μόνο «τεχνολογία». Είναι επιστήμη, η οποία – παρ’ ότι νέα – έχει αναδειχτεί σε βασικό τομέα της γνώσης, ανεξάρτητο από τις άλλες θετικές επιστήμες, όπως η φυσική, η χημεία και η βιολογία. Η έννοια της πληροφορίας και της επεξεργασίας της είναι βασική όχι μόνο για την κατανόηση και τη χρήση του κυβερνοκόσμου. Η πληροφορική προτείνει ένα νέο «διαδικαστικό» τρόπο σκέψης και ανάλυσης, ιδιαίτερα γόνιμο για όλες τις επιστήμες. Για παράδειγμα, στη βιολογία μιλούμε για τον γενετικό κώδικα και για τους μετασχηματισμούς του, που προσπαθούμε να κατανοήσουμε ως αλγόριθμους. Η πληροφορία είναι βασική επίσης έννοια στη μοντέρνα φυσική, η οποία υπό το χαρακτηριστικό σλόγκαν «It from bit» βλέπει τα φαινόμενα ως υπολογιστικές διαδικασίες.
Η αντιπαράθεση επιστήμης και τεχνολογίας έχει βαθιές ιδεολογικές και φιλοσοφικές ρίζες. Η επιστήμη προσπαθεί να καταλάβει τον φυσικό κόσμο και να διατυπώσει νόμους που διέπουν τα φαινόμενα. Η τεχνολογία, εφαρμόζοντας τις επιστημονικές γνώσεις, στοχεύει στον έλεγχο του φυσικού περιβάλλοντος και στην ικανοποίηση αναγκών μέσω της κατασκευής τεχνουργημάτων. Ανά τους αιώνες, επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος υπήρξαν στενά αλληλένδετες. Η ανάπτυξη της φυσικής και των μαθηματικών οφείλει πολλά στη συμβολή μηχανικών όπως ο Αρχιμήδης, ο Ηρων, ο Ντα Βίντσι, ο Watt και ο Turing. Η ιδεολογία περί «καθαρής επιστήμης» – που είδε το φως περί τα μέσα του 18ου αιώνα – ξεπεράστηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εκτοτε παρατηρούμε μια θεαματική σύγκλιση επιστήμης και τεχνολογίας που συνεχίζεται ως σήμερα. Μεγάλα πανεπιστημιακά ιδρύματα, όπως το Stanford και το ΜΙΤ, αριστεύουν στη βασική έρευνα ενώ ταυτόχρονα παίζουν ηγετικό ρόλο στις εφαρμογές και στα τεχνολογικά επιτεύγματα.
Ο κ. Ιωσήφ Σηφάκης είναι ηλεκτρολόγος μηχανικός, ιδρυτής και ερευνητής του Εργαστηρίου Verimag στην Γκρενόμπλ, καθηγητής στο Πολυτεχνείο της Λωζάννης EPFL και «νομπελίστας της Πληροφορικής» (Βραβείο Turing 2007).
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 1-9-2013