Οι λόγοι που καθιστούν επιβεβλημένη τη μεταρρύθμιση

Το άρθρο έγραψε στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ 27/1/2024 Ο Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών

Με δύο διατάξεις που συνιστούν παγκόσμια πρωτοτυπία, το άρθρο 16 του ισχύοντος Συντάγματος απαγορεύει τα ιδιωτικά πανεπιστήμια: η πρώτη ορίζει ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται «αποκλειστικά» από νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και η δεύτερη ότι η «σύσταση ανώτατων σχολών από ιδιώτες» απαγορεύεται.

Η θέσπιση των ρυθμίσεων αυτών ανάγεται στην εποχή της χούντας αν όχι και του εμφυλίου πολέμου, όταν με αυτές επιχειρήθηκε, από τη μια να αποκλειστούν από τα πανεπιστήμια οι «μη εθνικόφρονες» καθηγητές και, από την άλλη, να εμποδιστεί η «διαφθορά» της ελληνικής νεολαίας  από ξένα ειδικά συμφέροντα. «Δεν πρέπει να ομιλώμεν περί του ανοίγματος της ανωτάτης εκπαιδεύσεως προς τους ιδιώτες», έλεγε χαρακτηριστικά το 1968 ο Γεώργιος Παπαδόπουλος.

Βρισκόμαστε, συνεπώς, μπροστά σε ένα μείζονα αναχρονισμό, που έπρεπε από χρόνια να είχε καταργηθεί, αν μη τι άλλο, λόγω της ένταξής μας στην ΕΕ. Γι’ αυτό, επιβάλλεται η αναθεώρηση του άρθρου 16, κάτι που μπορεί να ξεκινήσει τον προσεχή Νοέμβριο, όταν θα συμπληρωθεί πενταετία από την ολοκλήρωση της αναθεώρησης του 2019.

Επειδή, ωστόσο, η αναθεώρηση του Συντάγματος είναι στη χώρα μας μια περίπλοκη διαδικασία και η ευόδωσή της εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, εν πολλοίς τυχαίους, η σημερινή κυβέρνηση δεσμεύτηκε να επιτρέψει τη λειτουργία, όχι βέβαια ιδιωτικών πανεπιστημίων –η ίδρυση των οποίων, χωρίς να αναθεωρηθεί το άρθρο 16, δεν μπορεί να γίνει– τουλάχιστον παραρτημάτων υφισταμένων ξένων πανεπιστημίων, η οποία συνταγματικά δεν αποκλείεται.  Σε αυτή την προσπάθεια ενισχύεται και από τη νεότερη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ), το οποίο, από το 2020, έχει αποφανθεί ότι η επ’ αμοιβή πανεπιστημιακή διδασκαλία συνιστά «υπηρεσία», σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, η παροχή της οποίας δεν μπορεί να εμποδιστεί από τα κράτη μέλη, παρά μόνον για εξαιρετικούς λόγους. Τέτοιο λόγο, όπως έκρινε το ΔΕΕ, δεν συνιστά η ξένη/ευρωπαϊκή ιθαγένεια του πανεπιστημίου, η εγκατάσταση παραρτήματος του οποίου στην Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να αποκλειστεί.

Επί της ουσίας, τρεις τουλάχιστον είναι οι λόγοι για τους οποίους, όπως πιστεύω, η επιχειρούμενη μεταρρύθμιση πρέπει να προχωρήσει από σήμερα:

  • Πρώτα απ’ όλα, λόγω της λειτουργίας, τα τελευταία χρόνια,   ελληνόφωνων πανεπιστημίων στην Κύπρο (ενός δημοσίου και πέντε ιδιωτικών) που απορροφούν πάνω από είκοσι χιλιάδες Έλληνες φοιτητές, εφαρμόζοντας, μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις (όπως οι Νομικές Σχολές) προγράμματα ελληνικών πανεπιστημίων.
  • Δεύτερον, λόγω της προϊούσας υποβάθμισης των πανεπιστημιακών σπουδών στη χώρα μας, πρώτον ελλείψει πόρων και, δεύτερον, λόγω ενός απαρχαιωμένου θεσμικού πλαισίου που δεν παρέχει κίνητρα στους διδάσκοντες να γίνουν καλύτεροι. Θύλακοι ποιότητας ασφαλώς και υπάρχουν, αλλά ο σωστός τρόπος αξιολόγησης των πανεπιστημίων είναι να λαμβάνονται υπόψη οι μέσοι όροι.
  • Και τρίτον, λόγω της λειτουργίας τουλάχιστον πέντε σοβαρών ιδιωτικών κολλεγίων, που παρέχουν τίτλους σπουδών επαγγελματικά αναγνωρισμένους βάσει συμφωνιών με ξένα πανεπιστήμια, τα οποία είναι παρόντα από μακρού στην Ελλάδα.

Οι αντιδράσεις λοιπόν κατά του υπό κατάρτιση κυβερνητικού  νομοσχεδίου, συνιστούν μάχη οπισθοφυλακής, κάτι που απορώ πώς δεν αντιλαμβάνονται όσοι τις υποκινούν.

 

Προσθήκη του Διαχειριστή: Είναι ΠΑΡΑΝΟΙΑ να δεχόμαστε στην Ελλάδα τίτλους (Πτυχία, Μεταπτυχιακά, Διδακτορικά)  που χορηγούνται από ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου και να αντιδρούμε σφόδρα τα ίδια τα πανεπιστήμια  να έρθουν στην Ελλάδα και να χορηγήσουν τους ίδιους τίτλους! Δηλαδή όταν έχουν την έδρα τους στην Κύπρο είναι ευπρόσδεκτα (η μεγαλύτερη βιομηχανία μεταπτυχιακών) όταν όμως θέλουν να έρθουν στην Ελλάδα είναι ανεπιθύμητα !!!