Η Αριστερά, η Παιδεία και οι αλλαγές
O Αντώνης Λιάκος, σε άρθρο του στο «Βήμα» της προηγούμενης Κυριακής, επιχειρεί να περιγράψει μεταρρυθμίσεις για την Παιδεία οι οποίες «δεν θα αναιρούν μόνο προηγούμενους κακούς νόμους» αλλά «θα αλλάζουν δομικά τα πράγματα». Υποστηρίζει πως ο ν. Διαμαντοπούλου για τα ΑΕΙ «έχει τιμωρητικό χαρακτήρα» και ότι «κανένα από τα μεγάλα προβλήματα της εκπαίδευσης ούτε αντιμετώπισε ούτε έλυσε».
Ας δούμε τι προτείνει ο κ. Λιάκος ως «μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Αριστεράς» και ας το σχολιάσουμε:
1. Επαναχάραξη του χάρτη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των μετεγγραφών.
Πρώτ’ απ’ όλα, η εκ νέου χωροθέτηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων δεν είναι ζήτημα θεσμικού πλαισίου όπως αυτό που επιχείρησε ο ν. Διαμαντοπούλου. Είναι ζήτημα ακαδημαϊκού σχεδιασμού και πολιτικής απόφασης. Πρέπει δηλαδή η πολιτεία να αποφασίσει τι και πόσα πανεπιστήμια μπορεί να συντηρήσει σοβαρά και πού να τα χωροθετήσει λαμβάνοντας υπόψη μια σειρά από παράγοντες (από το πού υπάρχει μεγαλύτερη συγκέντρωση φοιτητών έως αν θέλει ιδρύματα σε παραμεθόριες περιοχές, κ.λπ.). Δεύτερον, απόπειρα επανασχεδιασμού του χάρτη της ανώτατης εκπαίδευσης έγινε με το περίφημο σχέδιο «Αθηνά» που απέτυχε παταγωδώς. Ελάχιστες αλλαγές έγιναν ενώ δημιουργήθηκαν και επιπλέον τμήματα και Ιδρύματα. Γιατί έγινε αυτό; Διότι οι προτάσεις από την πλευρά του υπουργείου Παιδείας ήταν πρόχειρες και δεν στηρίζονταν σε σοβαρές αξιολογήσεις, διότι επικράτησαν κριτήρια πελατειακών σχέσεων (πολιτικών και ακαδημαϊκών) αλλά κυρίως διότι η ακαδημαϊκή κοινότητα έδειξε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, πως δεν είχε καμία απολύτως διάθεση να συζητήσει οποιαδήποτε αλλαγή του status quo. Η Αριστερά στην οποία αναφέρεται ο Α.Λ. είναι διατεθειμένη να κάνει ό,τι απαιτείται;
2. Επαναχάραξη του χάρτη των σχολών και των τμημάτων διότι «τα πανεπιστήμιά μας έχουν χτιστεί σαν τα αυθαίρετα σπίτια, χωρίς σχέδιο, με πανωσηκώματα».
Σωστό, αλλά κι αυτό δεν είναι ζήτημα θεσμικού πλαισίου, Είναι κυρίως θέμα ακαδημαϊκό που επίσης προσκρούει στις αντιστάσεις πανεπιστημιακών. Ο ν. Διαμαντοπούλου προέβλεπε και ενθάρρυνε τέτοιον επανασχεδιασμό σε συνεργασία με την ΑΔΙΠ αλλά και πάλι δεν υπήρξε προθυμία αλλαγών. Θα έλεγα το αντίθετο, αν εξαιρέσει κανείς προσπάθειες για νέα «πανωσηκώματα» στην ίδια παλιά λογική. Για να γίνει σωστά η επαναχάραξη των σχολών χρειάζονται σοβαρή αξιολόγηση, σοβαρά κριτήρια, σοβαρός σχεδιασμός και πολιτικό σθένος και από την πολιτεία και από τους ακαδημαϊκούς. Τα αντέχει όλα αυτά η Αριστερά στην οποία αναφέρεται ο Α.Λ.;
3. Δυνατότητα για κύρια και δεύτερη ειδικότητα, κοινά πτυχία ανάμεσα σε διαφορετικούς κλάδους, κυκλοφορία των φοιτητών από το ένα τμήμα στο άλλο.
Σωστό! Αλλά όλα αυτά τα προβλέπει ήδη ο «τιμωρητικός» ν. Διαμαντοπούλου! Εφαρμόστηκαν; Οχι! Γιατί; Διότι δεν ενδιαφέρθηκε η πανεπιστημιακή κοινότητα που έλεγε, με πρωταγωνίστρια την Αριστερά του Α.Λ., πως δεν ήθελε να εφαρμόσει τον επάρατο νόμο Διαμαντοπούλου.
4. Αναδιάρθρωση του ερευνητικού χώρου.
Και αυτή η πρόταση δεν αφορά νόμο πλαίσιο για τα ΑΕΙ και επιχειρήθηκε ήδη δύο φορές να υλοποιηθεί με ξεχωριστούς νόμους για την έρευνα χωρίς αποτέλεσμα.
Ο Α.Λ. καταλήγει λέγοντας πως δεν μπορείς να κάνεις μεταρρυθμίσεις με στόχο να κλείσεις θεσμούς και πως χρειάζεται να επαναφέρουμε σε όλες τις βαθμίδες και τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες το πνεύμα του σεμιναρίου, της πρόσωπο με πρόσωπο συζήτησης γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι. Ωραίο είναι αυτό αλλά πώς θα γίνει με τους μεγάλους αριθμούς των φοιτητών; Πόσοι καθηγητές πρέπει να προσληφθούν και πώς θα πληρώνονται; Και πώς θα γίνει η επαναχάραξη του χάρτη των ΑΕΙ αν αποκλείεται εκ προοιμίου να κλείσουν κάποια;
Τέλος, υπάρχει και η απαραίτητη επωδός για τον επάρατο νεοφιλελευθερισμό που περιφρονεί, κατά τον Α.Λ., τις ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες και τη βασική έρευνα. Και ας υπάρχει σήμερα μεγάλη θεωρητική συζήτηση για το τι είναι η βασική έρευνα και αν μπορεί να διακριθεί σοβαρά από τη μη βασική. Εχουμε κολλήσει στην Ελλάδα στα γνωστά στερεότυπα (ότι π.χ. οι καλοί είναι με τις ανθρωπιστικές σπουδές και τη βασική έρευνα), χωρίς να εξετάζουμε αν πιο εύκολα αλλάζουν τον προσανατολισμό της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα οι ίδιοι οι πανεπιστημιακοί στη στενή σχέση τους με το κράτος (και οι απόφοιτοι με τα διασφαλισμένα επαγγελματικά δικαιώματα) παρά οι δυνάμεις και οι ιδεολογίες της παγκόσμιας αγοράς.
Κατά τα άλλα, φαίνεται πως είναι πιο εύκολη η απορριπτική κριτική από τις προτάσεις. Διότι οι συγκεκριμένες προτάσεις είναι ήδη επί μεγάλο διάστημα στην ατζέντα όσων αγωνίζονται για τη μεταρρύθμιση των ΑΕΙ αλλά δεν προχωρούν γιατί τις αντιμάχεται πιο δυναμικά από όλους η Αριστερά στην οποία αναφέρεται ο Α.Λ. Και δεν είναι καν αρκετές για να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες παθογένειες των ελληνικών πανεπιστημίων. Μια Αριστερά θα έπρεπε πιο τολμηρά να βάζει τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων.
Η κυρία Βάσω Κιντή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια ΕΚΠΑ, μέλος του Συμβουλίου Ιδρύματος.
Πηγή εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 15-3-2015