του Αλέξη Σταμάτη
Ενα από τα πιο δημοφιλή βιβλία των τελευταίων μηνών είναι το «Homo Deus» του ισραηλινού διανοητή και ιστορικού Γιουβάλ Νόα Χαράρι. Οπως υποστηρίζει, στο μέλλον οι άνθρωποι θα αποκτήσουν ικανότητες που κάποτε θεωρούνταν «θεϊκές», σαν την αιώνια νιότη, το διάβασμα της ανθρώπινης σκέψης και τη δυνατότητα σχεδιασμού ζωής. Οι άνθρωποι, κατά τον Χαράρι, χρησιμοποιούν το ίδιο λειτουργικό και λογισμικό σύστημα εδώ και 200.000 χρόνια, κάτι που ορίζει την ανθρωπότητα ως το «απόλυτο project» του μέλλοντος. Ας ακολουθήσουμε λίγο τη σκέψη του και σε πολιτικό επίπεδο.
Ενώ η γενικευμένη αίσθηση ήταν ότι διανύουμε μια παγκόσμια κρίση, κάποιες πολύ σοβαρές μετρήσεις δείχνουν ότι είμαστε στο καλύτερο σημείο της ανθρωπότητας: οι τρεις μεγάλες μάστιγες της ανθρωπότητας δεν καταστρέφουν τη Γη όπως πριν. Η έκταση των λιμών, των επιδημιών και των πολεμικών συγκρούσεων είναι μικρότερη από ποτέ. Για πρώτη φορά στην ιστορία, περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από περισσότερο φαγητό παρά από λιγότερο, περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από γερατειά παρά από μολυσματικές νόσους, περισσότεροι άνθρωποι πεθαίνουν από αυτοκτονίες παρά από πολέμους, εγκλήματα και τρομοκρατία συνολικά. Στατιστικά είμαστε ο μεγαλύτερος εχθρός μας. Από όλους τους ανθρώπους στον κόσμο περισσότερο κινδυνεύουμε να μας σκοτώσει ο εαυτός μας.
Τα τελευταία χρόνια η καλύτερη ιστορία ήταν εκείνη της «ευτυχούς παγκοσμιοποίησης» με τη φιλελεύθερη αισιοδοξία των αρχών της δεκαετίας του ’90, ωστόσο, απ’ ό,τι γνωρίζουμε πολύ καλά, το σενάριο αυτό έχει γνωρίσει πολλές ρωγμές μετά το 2007 και τις αλλεπάλληλες κρίσεις (χρηματοπιστωτική, κλιματικής αλλαγής κ.λπ.). Εξάλλου το δίλημμα-διχασμός του 20ού αιώνα μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς έχει αντικατασταθεί από το νέο ερώτημα-διχασμό μεταξύ εθνικού και παγκόσμιου. Μια νέα διαίρεση προβάλλει μεταξύ των παγκοσμιοποιημένων ελίτ και των «καθηλωμένων» τμημάτων του πληθυσμού, μεταξύ γκλομπαλισμού και εθνικού προστατευτισμού.
Εχουμε παγκόσμια οικολογία, παγκόσμια οικονομία αλλά εθνικές πολιτικές συνθήκες, ένα αμφίβολης ισορροπίας κοκτέιλ που δεν λειτουργεί οδηγώντας μαθηματικά σε ένα αναποτελεσματικό πολιτικό σύστημα. Ο συγγραφέας προτείνει δύο λύσεις: ή την αποπαγκοσμιοποίηση της οικονομίας και την επιστροφή στην εθνική οικονομία, ή την παγκοσμιοποίηση του πολιτικού συστήματος. Οσο για τη νέα φιλοσοφία Τραμπ, είναι σαφές ότι χρησιμοποιεί απλώς λαϊκιστικά τον «καθημερινό άνθρωπο». Η μόνη «πρόταση» είναι το σύνδρομο του «εφόσον κάτι δεν πάει καλά, ας πάμε πίσω». Το σύνθημα «Ας ξανακάνουμε την Αμερική μεγάλη» σημαίνει ας δούμε το παρελθόν, ας κοιτάξουμε πίσω. Βέβαια, και ουδείς άλλος στο πολιτικό σκηνικό έχει ένα μελλοντικό όραμα. Στη Ρωσία, 100 χρόνια μετά τον Λένιν, η τάση είναι να πάμε πίσω στην τσαρική αυτοκρατορία, στο Ισραήλ είναι ας «χτίσουμε πάλι τον ναό», ήτοι 2.000 χρόνια πίσω!
Κάποτε, ένα ποτάμι και η υπερχείλισή του οδήγησαν στη γένεση του κινεζικού κράτους, λόγω κοινού συμφέροντος αντιμετώπισής του. Σήμερα, όλοι ζούμε στις όχθες ενός κοινού ποταμού. Κανένα μεμονωμένο έθνος δεν μπορεί να στηρίξει την αντιμετώπιση του ποταμού μόνο του. Ολα τα μεγάλα προβλήματα του κόσμου σήμερα είναι παγκόσμια. Δεν είναι μόνο η κλιματική αλλαγή, αλλά και η διαχείριση της τεχνολογίας. Η τεχνητή νοημοσύνη και η βιοτεχνολογία τα επόμενα 20 με 30 χρόνια θα εκδιώξουν δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους από την αγορά εργασίας. Θα μεταμορφώσουν την οικονομία ολόκληρων κρατών. Κανένας μεγάλος παίκτης δεν θα θέλει να μείνει έξω από τον (νέο) «Γενναίο Νέο Κόσμο». Θα είναι αδιανόητο εάν, για παράδειγμα, οι γενετικές έρευνες επιτραπούν στην Κίνα ή στο Χονγκ Κονγκ, και απαγορευτούν στην Αμερική. Θα υπάρχουν υψηλού κόστους και υψηλού ρίσκου τεχνολογίες και κανένας δεν θα θέλει να απουσιάζει από το κεντρικό πεδίο δράσης. Ο μόνος τρόπος να υπάρχουν ενιαίες ρυθμίσεις είναι να διαθέτουν υπερεθνικό χαρακτήρα και να ισχύουν για απαξάπαντες. Υπάρχει, και θα υπάρξει ενισχυμένα, έντονη δυσφορία και θυμός για την απώλεια παραδοσιακών θέσεων εργασίας.
Ποιο είναι το πρόβλημα της οικονομίας, αναρωτιέται ο συγγραφέας; Το μεγάλο πρόβλημα της απώλειας εργασίας θα είναι η τεχνολογική εξέλιξη. Στο μέλλον δεν θα είναι οι Μεξικανοί που θα παίρνουν τις δουλειές των Αμερικανών αλλά τα ρομπότ και οι αλγόριθμοι, οπότε το τείχος του Τραμπ δεν θα έπρεπε να απομονώνει το Μεξικό αλλά τη Σίλικον Βάλεϊ! Επίσης, εάν τα κομπιούτερ παίρνουν δουλειές από χιλιάδες εργάτες στο Μπανγκλαντές, τότε θα έπρεπε οι ΗΠΑ να βάλουν παραπάνω φόρους στην Καλιφόρνια και να τους διαμοιράσουν στους φτωχούς Μπανγκλαντεσιανούς. Κάτι φυσικά που ανήκει στη σφαίρα του εξωπραγματικού.
Κατά τον Χαράρι, θα υπάρξει μια τρομερή τεχνολογική αλλαγή, όχι σε 200 χρόνια αλλά σε 10, 20, 30 χρόνια. Πολλά από αυτά τα οποία διδάσκονται στα σχολεία, θα είναι εντελώς παρωχημένα στην αγορά εργασίας του 2040-2050. Η αυθεντία αρχίζει να μετακινείται από τον Homo sapiens και να κατευθύνεται προς τους αλγορίθμους. Το τυχόν δάνειό μας σε μια τράπεζα δεν θα κρίνεται από έναν νου, μια ψυχή, αλλά από έναν αλγόριθμο.
Από την άλλη μεριά ο άνθρωπος θα έχει ανυψωθεί σε έναν σύγχρονο Θεό. Ολοι ωστόσο γνωρίζουμε την ιστορία με τον Ικαρο. Στην προσπάθειά μας να τελειοποιηθούμε, μπορεί και να αυτοκαταστραφούμε. Η εξέλιξη βέβαια είναι νόμος της φύσης. Αλλά μετά τον Homo sapiens, τι; Εάν κάποια στιγμή η τεχνητή νοημοσύνη βρεθεί στα χέρια των ολίγων και η τεχνολογία ξεπεράσει τον άνθρωπο, πού θα βρεθούμε; Μην ξεχνάμε τις πρόσφατες και επανειλημμένες προειδοποιήσεις του Στίβεν Χόκινγκ για τις απειλές από μια αυτονομημένη τεχνητή νοημοσύνη. Θα υπάρχει (ή υπήρξε άραγε ποτέ) ελεύθερη βούληση; Θα μπορέσει ο άνθρωπος να απελευθερωθεί από τη μία και μοναδική ταυτότητά του, ας πούμε τη Χ, που τον ταυτοποιεί ως ένα μικρό σημαδάκι, ένα bit στα terra του πλανήτη, και να έχει τη δυνατότητα να προσδιορίζεται ταυτόχρονα ως Ψ και ως Ω και ως Φ και ως ό,τι άλλο επιθυμεί; Σε μια εποχή που κατακλύζεται από fake news, από τεχνητά ή μη σκάνδαλα, μια εποχή που συγχέει τη φαντασία με την αλήθεια, όπου συλλογικές φαντασιώσεις θεωρούνται χειροπιαστές πραγματικότητες, πιθανόν η επίδραση της τεχνολογίας να φτάσει σε ένα ζενίθ.
Στην ερώτηση «Σε τι χρησιμεύουν οι άνθρωποι;» ο Χαράρι απαντά: «Σε τίποτα. Δεν υπάρχει κάποιο μέγα κοσμικό σχέδιο στο οποίο να διαδραματίζουμε κάποιον ρόλο. Δεν παίζεται κάποιο παγκόσμιο θεατρικό δρώμενο με ρόλο για τον Hοmo sapiens». Κάποιοι, όπως ο Ομηρος και ο Σαίξπηρ, μάλλον θα διαφωνήσουν, ο Μπέκετ ίσως όχι. Ο Χαράρι είναι ρεαλιστής, ματεριαλιστής, κυνικός, πανέξυπνος και οξυδερκέστατος. Ομως είναι δυνατόν, όπως ισχυρίζεται, να μην είμαστε παρά μια μείξη σειρών ηλεκτρικής ενέργειας και νευρωνικών αντιδράσεων που μπορούν να στραφούν από τη μία δυνατότητα στην άλλη; Ενα έθνος, μια τράπεζα, ένα νόμισμα δεν μπορούν να υποφέρουν, ένας πολίτης, ένας εργαζόμενος, μπορεί.
Ας μην ξεχνάμε το περίφημο «ξυράφι του Οκαμ», μια επιστημονική αρχή, η οποία αποδίδεται στον άγγλο φιλόσοφο Λογικής και φραγκισκανό μοναχό του 14ου αιώνα Γουλιέλμο του Οκαμ. Η αρχή αυτή αποτελεί τη βάση της μεθοδολογικής απαγωγής. Στην απλούστερη μορφή της εκφράζεται ως εξής: «Κανείς δεν θα πρέπει να προβαίνει σε περισσότερες εικασίες από όσες είναι απαραίτητες». Η πιο απλή οδός είναι πάντα και η πιο πιθανή. Προσωπικά, θέλω να ελπίζω ότι όλες οι ερωτήσεις έχουν την πιο απλή και την πιο περίπλοκη απάντηση συγχρόνως: τον Ανθρωπο και την προσπάθειά του να δώσει νόημα στην ύπαρξή του. Κάτι που υπερβαίνει τις αλγοριθμικές εξηγήσεις και τις ευκολίες της τεχνολογικής θεοποίησης.
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.