Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ – 29/10/2020 (σελ. 7)
Ιστορίας μάθησις
Του Κώστα Γεωργουσόπουλου
Εχω για χρόνια – η μεγάλη μου περηφάνια – υπάρξει καθηγητής, και μάλιστα σε δύσκολες εποχές για τον τόπο. Και θεωρούσα, και δυστυχώς με λίγους άλλους συναδέλφους, την Ιστορία το καίριο, θεμελιώδες μάθημα στην εκπαίδευση των ελληνοπαίδων. Οχι μόνο, διότι σε μιαν άγνωστη τραγωδία του ο Ευριπίδης, σε ένα χορικό, τραγουδούσε πως «όλβιος όστις της ιστορίης έσχε μάθησιν». Και «όλβιος» σημαίνει κάτι παραπάνω από τον σοφό, τον γνώστη, αφού έχει και την έννοια του πλούτου, του εύρους των γνώσεων, άρα των μαθήσεων ως προίκας του πολίτη.
Για πολλά χρόνια, μέσα στις πολιτικές μεταβολές και, συχνά, τις αντιδραστικές διακυβερνήσεις, η Ιστορία έγινε εργαλείο προπαγάνδας κομματικών και μονομερών ιδεολογικά πολιτικών σχεδίων που έβλεπαν την παιδεία των νεαρών εφήβων, κυρίως μαθητών, ως ιδεολόγημα της εκάστοτε πολιτικάντικης τροφής. Στη χειρότερη, όμως, περίπτωση συνέβαινε το αδιανόητο: η Ιστορία δεν διδασκόταν καν, πρώτα, διότι και οι ίδιοι οι δάσκαλοι και οι καθηγητές δεν την είχαν σπουδάσει – αφήνω που πολλοί από αυτούς είχαν θητεύσει σε περιόδους που κυριαρχούσε, είτε δικτατορικό καθεστώς ή άκρως συντηρητικό, και κυρίως, φιλύποπτο. Οταν ο δάσκαλος γνωρίζει ότι παρακολουθείται και κρίνεται από ελεγκτικά όργανα, φυλάγεται και σφυράει αδιάφορα.
Εως τη Μεταπολίτευση δεν υπήρχε κεφάλαιο στη διδασκόμενη ιστορική ύλη που να αναφέρεται στη Μικρασιατική Καταστροφή ή στον Εμφύλιο ή στην Αντίσταση. Εχω στις εκπαιδευτικές μου καλένδες απαντήσεις μαθητών που έλεγαν πως αντίπαλοι των Ελλήνων στις Θερμοπύλες ήταν οι… Γερμανοί, και στο Μανιάκι επίσης, ενώ… Τούρκοι ήταν οι αντίπαλοι στην Αλβανία! Τα παιδιά αυτά έρχονταν από λαϊκά σπίτια, όπου συνυπήρχαν παππούδες, πατεράδες και θείοι που είχαν πολεμήσει σε διάφορες περιόδους της χώρας τον 20ο αιώνα και τα μπέρδευαν.
Αλλά και στο Πανεπιστήμιο, που δίδαξα 20 χρόνια, και η ύλη της Θεατρολογίας επέβαλε να διδάξω Κωμειδύλλιο και Επιθεώρηση, όταν στις εξετάσεις ζητούσα να μου καθορίσουν ιστορικά τις συνθήκες τις πολιτικές, μέσα στις οποίες άνθισαν αυτά τα θεατρικά είδη, απόφοιτοι του Λυκείου και εισαχθέντες στο Πανεπιστήμιο, άρα γνώστες της Ιστορίας, αγνοούσαν τον Χαρίλαο Τρικούπη, αλλά και την Επανάσταση στο Γουδί. Η συνήθης απάντηση ήταν: «Δεν ήταν στην ύλη των Πανελληνίων Εξετάσεων», άρα δεν διδασκόταν στα φροντιστήρια, στην τάξη, αφού η ύλη δεν προβλεπόταν για τις εισαγωγικές: οι σελίδες του Τρικούπη, του Κανάρη, υπηρεσιακού πρωθυπουργού την εποχή που οι «σύμμαχοι» βομβάρδιζαν από το Φάληρο την Αθήνα και γκρεμιζόταν η κολώνα του ναού του Ολυμπίου Διός κ.ά. Επίσης, η ιστορική ύλη απέκλεισε τον φασισμό στην Ιταλία, τον ναζισμό στην Γερμανία και τον σταλινισμό στη Σοβιετική Ενωση.
Εχω κι άλλοτε αναφερθεί σε συνάδελφο φιλόλογο σε σχολείο που ένα πρωί ανέφερε πόσο την είχε εντυπωσιάσει το «Αμάρτημα της μητρός μου» του Βιζυηνού που είχε δει στο θέατρο. Αγνοούσε έναν από τους τρεις μεγαλύτερους έλληνες πεζογράφους. Και δεν έφταιγε, αφού και στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, που φοίτησα κι εγώ, δεν διδάσκονταν συγγραφείς μετά τον 18ο αιώνα, ούτε, βέβαια, ζώντες, άρα τα Βραβεία Νομπέλ της χώρας, όσο ζούσαν ο Σεφέρης και ο Ελύτης.
Προσωπικά έπεσα από τα σύννεφα, όταν δίδασκα τις «Θερμοπύλες» του Καβάφη σε μεγάλη τάξη του Λυκείου, αντιλήφθηκα πως οι μαθητές σε μικρότερες τάξεις που διδάσκονταν αρχαία ελληνική ιστορία, δεν είχε φτάσει ο χρόνος για να διδαχθούν ποιητές του 20ου αιώνα!
Οταν συχνά, αναφερόμενος σε ένα ιστορικό γεγονός, π.χ. τους Βαλκανικούς Πολέμους, ρωτούσα τους μαθητές μου τι είχε μεσολαβήσει (Ελευθέριος Βενιζέλος) από την επώδυνη ήττα του 1897 έως το 1912 – 13, αντιμετώπιζα αιδήμονα σιωπή. Βεβαίως και δεν διδασκόταν με κριτική διάθεση η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, έτσι ώστε τυπώθηκε το μοναδικό βιβλίο (άλλο τραύμα αυτό, το μοναδικό βιβλίο, το μονοπώλιο των απόψεων μιας περιόδου, ενός κόμματος κ.λπ.) και η αλλόφρονα ενός κυνηγημένου από τους τσίτες συγκέντρωση απελπισίας στο λιμάνι της Σμύρνης έφτασε να χαρακτηριστεί (ντρέπομαι που το γράφω) ως «συνωστισμός» από το επίσημο σχολικό εγχειρίδιο.
Ντρέπομαι που το γράφω, αλλά στη βιβλιοθήκη του φιλολόγου πατέρα μου υπήρχαν βιβλία Ιστορίας και Λογοτεχνίας της Δημοκρατίας του 1924 που διατίθεντο ελεύθερα στο εμπόριο και για την ίδια περίοδο υπήρχε για τον δάσκαλο η επιλογή του βιβλίου που ανταποκρινόταν στη στάθμη της τάξης του και στη μέθοδο που ακολουθούσε ο συγγραφέας.
Το 1983 ο μαθητής του Λυκείου είχε την ευχέρεια να διαλέξει όποιο βιβλίο Χημείας επέλεγε και ο δάσκαλος. Η Χημεία δεν είχε ιδεολογία. Παρ’ όλα αυτά, ο επόμενος υπουργός επανέφερε το ένα βιβλίο. Το ΕΠΙΣΗΜΟ.