Τα κυπριακά ΑΕΙ κυριαρχούν στους τίτλους σπουδών που φτάνουν προς αναγνώριση από τον ΔΟΑΤΑΠ. Οι Ελληνες επιλέγουν κυρίως μεταπτυχιακά, ώστε να τα αξιοποιήσουν στη μοριοδότησή τους για το ελληνικό Δημόσιο.
Απόστολος Λακασάς
Τα κυπριακά ΑΕΙ κυριαρχούν στους τίτλους σπουδών που φτάνουν προς αναγνώριση από τον Διεπιστημονικό Οργανισμό Αναγνώρισης Τίτλων Ακαδημαϊκών και Πληροφόρησης (ΔΟΑΤΑΠ), καταδεικνύοντας τη δυναμική των πανεπιστημίων της Κύπρου αλλά και την απώλεια της Ελλάδας.
«Ο ΔΟΑΤΑΠ ασχολείται έξι μήνες τον χρόνο με τα κυπριακά πτυχία», σχολίασε με χιούμορ στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος της ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας. Η συντριπτική πλειονότητα των τίτλων των τελευταίων ετών από κυπριακά ΑΕΙ είναι μεταπτυχιακοί και πολλοί εξ αυτών με αντικείμενο τα παιδαγωγικά. Ουσιαστικά εκτιμάται ότι οι Ελληνες επιλέγουν κυπριακά ιδρύματα για τίτλους σπουδών τους οποίους θα αξιοποιήσουν για τη μοριοδότησή τους για το ελληνικό Δημόσιο.
Οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί. Ενα στα δύο πτυχία που φθάνουν στον ΔΟΑΤΑΠ προς αναγνώριση είναι από κυπριακό ΑΕΙ. Το 2022 κατατέθηκαν στον ελληνικό οργανισμό 9.225 αιτήσεις και εξ αυτών οι 4.459 –το 48,3%– ήταν από την Κύπρο. Η δυναμική του ρεύματος από την Ελλάδα προς τα κυπριακά ΑΕΙ καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι η αύξηση των τίτλων στον ΔΟΑΤΑΠ το 2022 σε σχέση με το 2020 οφείλεται σε κυπριακά πτυχία. Το 2020 κατατέθηκαν συνολικά 7.061 αιτήσεις και 3.226 ήταν από Κύπρο. Δηλαδή, ανάμεσα στο 2020 και στο 2022 υπάρχει αύξηση κατά συνολικά 2.164 αιτήσεις και εξ αυτών πάνω από τις μισές –οι 1.233– ήταν από κυπριακά ΑΕΙ.
Η τριτοβάθμια εκπαίδευση της Κύπρου έχει κάνει μεγάλα άλματα μετά το 2005 και την ψήφιση του νόμου για τη δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών ΑΕΙ. «Αποτελούν πλέον ισχυρό κλάδο της κυπριακής οικονομίας», ανέφερε στην «Κ» Ελληνας κυβερνητικός αξιωματούχος. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, Αθλητισμού και Νεολαίας της Κύπρου, το 2020-2021 στα 10 (3 δημόσια, 7 ιδιωτικά) κυπριακά ΑΕΙ σπούδαζαν 54.235 φοιτητές, με τον αριθμό σε διαρκή άνοδο τα τελευταία χρόνια. Από τους 54.235 φοιτητές, οι 23.812 ήταν Κύπριοι πολίτες (ποσοστό 43,91%), οι 8.812 ήταν πολίτες τρίτων χωρών (ποσοστό 16,25%) και οι 21.611 ήταν πολίτες χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης (39,85%). Από τους 21.611 της Ε.Ε., η συντριπτική πλειονότητα –20.546– ήταν Ελληνες, οι οποίοι αποτελούσαν το 37,9% του συνόλου των φοιτητών στα πανεπιστήμια του νησιού.
Σταθερά οι περισσότεροι τίτλοι από τα κυπριακά ΑΕΙ που φτάνουν στον ΔΟΑΤΑΠ είναι μεταπτυχιακοί. Το 2022 ήταν 3.635 στο σύνολο των 4.459 πτυχίων (81%), ενώ 807 είναι προπτυχιακοί και 17 διδακτορικά. Τα αντικείμενα σπουδών που επιλέγουν οι Ελληνες είναι η Νομική, οι σχολές μηχανικών, η Φαρμακευτική, η Ψυχολογία, η Βιολογία και τώρα υπάρχει ζήτηση και για την Ιατρική. «Η Κύπρος κυριαρχεί λόγω των ιδιωτικών ΑΕΙ και εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω λόγω της αποχώρησης της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αλλωστε για τους Ελληνες είναι σαφώς οικείο το περιβάλλον των κυπριακών ΑΕΙ και λόγω γλώσσας». «Η εικόνα που έχω είναι της καλής οργάνωσης. Δεν υπάρχουν εικόνες εγκατάλειψης στους πανεπιστημιακούς χώρους, οι καθηγητές έχουν υψηλές απαιτήσεις, η παρακολούθηση είναι υποχρεωτική, τα ωράρια εφαρμόζονται αυστηρά – πολύ σημαντικό για έναν εργαζόμενο φοιτητή», αναφέρει στην «Κ» ο Αρίστος Μαρκάκης από την Κρήτη, ο οποίος έχει κάνει μεταπτυχιακό στις Φυσικές Επιστήμες στο δημόσιο Παν. Κύπρου ύστερα από τις σπουδές Οικονομικών και Παιδαγωγικών στο ΑΠΘ και στο Παν. Αιγαίου. «Τα πάντα είναι καλοδιατηρημένα στα κυπριακά ΑΕΙ. Φέρνω τις εικόνες των χώρων του ΑΠΘ, όπου τα βράδια φοβόσουν να περάσεις. Ως προς τις φοιτητικές παρατάξεις, είναι πολιτικοποιημένοι οι Κύπριοι φοιτητές αλλά σέβονται τους χώρους», προσθέτει ο ίδιος. «Οι σπουδές είναι διαφορετικές σε σχέση με τα ελληνικά ΑΕΙ. Τα τμήματα είναι μικρά –περίπου 60 ατόμων–, υπάρχει καλή συνεργασία των φοιτητών με τους καθηγητές, η παρακολούθηση είναι υποχρεωτική», λέει στην «Κ» η Μαρία Σταματά από την Ελλάδα, η οποία μετά τις σπουδές στο Παιδαγωγικό ΑΠΘ έκανε προπτυχιακές σπουδές στη Νομική Σχολή του Παν. Κύπρου.
Τα ιδιωτικά ΑΕΙ οργάνωσαν γρήγορα προγράμματα σπουδών με βάση τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και της ζήτησης από την Ελλάδα. Για παράδειγμα, διδάσκουν στη Νομική το ελληνικό δίκαιο, εκτός του κυπριακού δικαίου. Επίσης, έχουν δημιουργηθεί πολλά μεταπτυχιακά προγράμματα πάνω στην Ειδική Αγωγή, όταν διαπιστώθηκε μεγάλη ζήτηση από την Ελλάδα. Ηταν η περίοδος που είχαν γίνει πολλοί διορισμοί ειδικής αγωγής για τα ελληνικά δημόσια σχολεία.
Ωστόσο, η αύξηση των μεταπτυχιακών τίτλων από την Κύπρο εγείρει προβληματισμούς στις ελληνικές αρμόδιες αρχές. «Χρειαζόμαστε καλά καταρτισμένους δημοσίους υπαλλήλους, εκπαιδευτικούς κ.λπ. Αλλά πολλοί εμφανίζονται να κάνουν μεταπτυχιακά μόνο για τη μοριοδότηση», ανέφεραν στην «Κ» στελέχη του ΑΣΕΠ.
Η Βουλγαρία κερδίζει έδαφος
Μεγάλη αύξηση του αριθμού των τίτλων σπουδών που κατατίθενται προς αναγνώριση στον ΔΟΑΤΑΠ παρατηρείται από τη Βουλγαρία. Το 2020 ήταν 353 πτυχία και το 2022 έφτασαν τα 768. Τα αντικείμενά τους είναι κατά κύριο λόγο Ιατρικής. Η Βουλγαρία «παίρνει τα πάνω της» θυμίζοντας έως και τη δεκαετία του ’90 –όταν πολλοί Ελληνες σπούδαζαν σε βαλκανικές χώρες– και λόγω της ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Επίσης, τα ολλανδικά ΑΕΙ κερδίζουν έδαφος τα τελευταία χρόνια λόγω της οργάνωσης αγγλόφωνων προγραμμάτων. Ο αριθμός των πτυχίων βρετανικών ΑΕΙ το 2022 ήταν 1.522 –σταθερός σε σχέση με τα 1.520 του 2020–, με τη Βρετανία να χάνει έδαφος λόγω Brexit, πιθανότατα υπέρ της Κύπρου. Μικρή αύξηση εμφανίζουν η Ιταλία και η Γαλλία.