32.000 σπουδαστές σε 33 Κολέγια.

Άρθρο του Απόστολου Λακασά στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ  3/3/2024

Τα φώτα στρέφονται στον αγώνα της ελληνικής κυβέρνησης να προσελκύσει στη χώρα μας ξένα πανεπιστήμια, μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για τη θεσμοθέτηση μη κρατικών ΑΕΙ. Πόσα θα έλθουν; Θα είναι υψηλού επιπέδου; Ποιες σχολές θα ιδρύσουν;

Το σίγουρο πάντως είναι πως κάποια από τα νέα πανεπιστήμια δεν θα έρθουν απέξω. Θα αποτελέσουν μετεξέλιξη των ιδιωτικών κολεγίων που λειτουργούν εδώ και τρεις δεκαετίες στην Ελλάδα και με τον νέο νόμο θα «πανεπιστημιοποιηθούν». Η πορεία τους ξεκίνησε το μακρινό 1989. Σε λίγες ημέρες θα ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο, είτε αναβάθμισης είτε υποβάθμισης. Και αυτό διότι στην Ελλάδα λειτουργούν 33 ιδιωτικά κολέγια και σύμφωνα με παράγοντες του συγκεκριμένου κλάδου που μίλησαν στην «Κ», αναμένεται μεγάλο ξεκαθάρισμα. Λίγα θα παραμείνουν, κάποια θα επιβιώσουν διά της συγχώνευσης, πολλά θα υποβιβαστούν. Με βάση τους όρους βιωσιμότητας, εκτιμάται ότι το πολύ 6-7 κολέγια θα λάβουν πανεπιστημιακή «ταυτότητα». Η λίστα των 33 κολεγίων ξεκινάει από το πρώτο, που έχει 10.523 φοιτητές, και φθάνει στο τελευταίο με 45 φοιτητές. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν παρασκηνιακές πιέσεις για άμβλυνση των όρων εισαγωγής στα κολέγια – κάτι που προς το παρόν το υπουργείο Παιδείας αποκρούει. Αντίθετα, οι αλλαγές στις οποίες θα προχωρήσει είναι πέντε, όπως παρουσιάζει σήμερα η «Κ».

Συνολικά 32.057 σπουδαστές φοιτούν στα 33 ελληνικά κολέγια που συνεργάζονται με ευρωπαϊκά ΑΕΙ και λειτουργούν ως παραρτήματά τους στη χώρα μας. Η συντριπτική πλειονότητά τους έχει συνεργασίες με βρετανικά ΑΕΙ, τα προγράμματα σπουδών των οποίων υλοποιούν στην Ελλάδα. Εξ ου και ότι το πτυχίο απονέμεται από το ευρωπαϊκό ΑΕΙ και όχι από το ιδιωτικό κολέγιο.

Τα δίδακτρα κυμαίνονται από 4.000 έως 8.000 ευρώ ετησίως για τα προπτυχιακά προγράμματα, και από 5.000 έως 16.500 ευρώ για τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Με βάση τους οικονομικούς όρους και τις ακαδημαϊκές και κτιριολογικές προδιαγραφές που θέτει στο ν/σ το υπουργείο Παιδείας, εκτιμάται ότι μόνο αυτά με μεγάλο αριθμό φοιτητών θα καταφέρουν να «πανεπιστημιοποιηθούν».

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», το τελευταίο διάστημα υπάρχουν έντονες διεργασίες. Συγκεκριμένα, γίνονται συζητήσεις ανάμεσα στις ηγεσίες δύο κολεγίων που βρίσκονται στην πρώτη δεκάδα με βάση τον αριθμό των φοιτητών τους, για να συγχωνευθούν. Παράλληλα, υπάρχει προβληματισμός ανάμεσα στα μικρότερα κολέγια, με αριθμό φοιτητών κάτω από 300. Είτε θα απορροφηθούν από κάποιο μεγάλο (κάποια ήδη είναι προς άγρα συνεταίρου) είτε θα υποβιβαστούν στην κατηγορία του Κέντρου Διά Βίου Μάθησης ή του κολεγίου που θα απονέμει μόνο επαγγελματικά δικαιώματα με βάση το προηγούμενο καθεστώς, το οποίο ισχύει εδώ και περίπου 15 χρόνια.

Τα κολέγια άρχισαν να μπαίνουν δειλά στο τοπίο της ελληνικής μεταλυκειακής εκπαίδευσης όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με την οδηγία 48 του 1989 υπέδειξε ότι οι χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης πρέπει να αναγνωρίζουν επαγγελματικά δικαιώματα στους αποφοίτους των κολεγίων-παραρτημάτων ευρωπαϊκών ΑΕΙ στο πλαίσιο της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς. Στην Ελλάδα υπήρξαν σφοδρότατες πολιτικές αντιδράσεις για τα ιδιωτικά κολέγια. Το 2001, το ελληνικό υπουργείο Παιδείας προχώρησε στην έκδοση προεδρικού διατάγματος, με το οποίο ενσωματώνονταν η ευρωπαϊκή οδηγία 89/48. Ωστόσο, κατά του προεδρικού διατάγματος στράφηκαν με προσφυγές τους στα ευρωπαϊκά δικαστήρια ιδιοκτήτες κολεγίων, υποστηρίζοντας ότι δεν ενσωματωνόταν ορθά η οδηγία διότι το ελληνικό υπουργείο Παιδείας έβαζε προσκόμματα στην αναγνώριση επαγγελματικών δικαιωμάτων στους πτυχιούχους κολεγίων. Ομως, το 2005 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε νέα οδηγία (την 36/2005), η οποία έκανε σαφές ότι οι σπουδές στα κολέγια-παραρτήματα ευρωπαϊκών ΑΕΙ πρέπει να αναγνωριστούν. Παρότι η προθεσμία που είχε η Ελλάδα να ενσωματώσει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο έληξε τον Οκτώβριο του 2007, το υπ. Παιδείας το 2011 εξέδωσε το σχετικό προεδρικό διάταγμα.

Σχεδόν 10 χρόνια μετά, το 2020, το Brexit θα φέρει τα ιδιωτικά κολέγια μπροστά στη νέα τους σελίδα. Ιδού ο λόγος: Τα περισσότερα ελληνικά κολέγια είναι παραρτήματα βρετανικών ΑΕΙ και άρα δίνουν πτυχία που οφείλουν να αναγνωρίζονται αυτοδίκαια σε όλες τις χώρες της Ε.Ε. Ετσι, μετά την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε., τα πτυχία των ιδιωτικών κολεγίων μένουν μετέωρα. Το νομοσχέδιο Πιερρακάκη ρυθμίζει το σχετικό ζήτημα, καθώς επιτρέπει σε όλες τις ξένες χώρες να ιδρύσουν παραρτήματα στην Ελλάδα, εφόσον βεβαίως πληρούν τους όρους βιωσιμότητας και λειτουργίας.

Ηδη πάντως υπάρχουν διαβουλεύσεις ώστε κάποιοι όροι να χαμηλώσουν. Το υπουργείο Παιδείας από την πλευρά του έχει προχωρήσει στις εξής αλλαγές:

• Οσα ξένα ΑΕΙ ανοίξουν παραρτήματα στην περιφέρεια θα κληθούν να καταβάλουν τα μισά ποσά σε σχέση με όσα ανοίξουν παραρτήματα σε Αττική, Θεσσαλονίκη.

• Καταργήθηκε ο ορισμός μέγιστου αριθμού ωρών διδασκαλίας που πρέπει να κάνουν οι καθηγητές την εβδομάδα, και πλέον οι ώρες θα καθορίζονται από τον εσωτερικό κανονισμό του ΑΕΙ.

• Αυξήθηκε το ποσοστό (από 80% σε 90%) των διδασκόντων που πρέπει να έχει διδακτορικό τίτλο.

• Δίνεται η δυνατότητα σε όσα παραρτήματα εγκατασταθούν στην περιφέρεια να έχουν μη αυτοτελή κτίρια. Αντίθετα αυτό δεν επιτρέπεται σε Αττική και Θεσσαλονίκη. Ο όρος είναι δύσκολο να επιτευχθεί, εάν αναλογιστούμε ότι τώρα πολλά κολέγια (που έχουν διάσπαρτες αίθουσες) ψάχνουν αλλά δεν βρίσκουν ενιαίους χώρους στο κέντρο της Αθήνας.

• Εάν κάποιο κολέγιο κλείσει, οι φοιτητές του μπορούν να πάνε στο μητρικό ΑΕΙ, συνεχίζοντας να πληρώνουν δίδακτρα (η προηγούμενη ρύθμιση προέβλεπε δωρεάν φοίτηση σε αυτή την περίπτωση).

 

Η παρακάτω εικόνα είναι από την εφημερίδα Καθημερινή.

 

Πηγή kathimerini.gr