Εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ – 11/05/2022 (σελ. 14)
«Πού να μπλέκεις τώρα;»
Του Θεόδωρου Π. Παπαθεοδώρου
Με αυτή την ελληνικότατη συνταγή παραίτησης και ευθυνοφοβίας επιχειρείται συνήθως να αντιμετωπιστεί η δράση συμμοριών σε ορισμένα ΑΕΙ της χώρας. Το «πού να μπλέκεις τώρα;» μεταφράζεται από πλευράς των πάσης φύσεως αρμόδιων Αρχών σε μια πολιτική κατευνασμού, ήπιας διαχείρισης, ασυνεχούς δράσης και τελικά συγκαλυμμένης ανοχής. Οταν, δε, προκύπτει το επόμενο περιστατικό βίας σε πανεπιστημιακό χώρο, τότε οι περισσότεροι (όχι όλοι) αρκούνται να καταδικάσουν μετά βδελυγμίας «τη βία από όπου κι αν προέρχεται».
Το πρόβλημα της βίας και της ανομίας στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι βαθιά πολιτικό. Χαρακτηρίζεται από διαχρονικότητα και ένταση ανάλογη με την αδράνεια των θεσμών του κράτους δικαίου για την αντιμετώπισή του. Η ελευθερία και ασφάλεια έχουν δοκιμαστεί, πολλές φορές ακραία, στα ακαδημαϊκά ιδρύματά μας. Η «κακή κληρονομιά» της Μεταπολίτευσης αποδείχτηκε ανθεκτική, ενώ η διστακτικότητα, έως και ανοχή, της πολιτείας και της ακαδημαϊκής κοινότητας υπήρξε χρόνια απέναντι στη συσσωρευμένη πλέον εμπειρία της βίας, των βανδαλισμών, των καταστροφών, των προπηλακισμών και της τέλεσης εγκληματικών πράξεων σε πανεπιστημιακούς χώρους από οργανωμένες συμμορίες. Αυτή η «εξαιρεσιμότητα» των ελληνικών πανεπιστημίων έναντι του ευρωπαϊκού διεθνούς ακαδημαϊκού περιβάλλοντος είναι και απαράδεκτη και προσβλητική. Το χειρότερο, συρρικνώνει τη συζήτηση για το σύγχρονο πανεπιστήμιο στις «βίαιες κληρονομιές» μιας άλλης εποχής.
Κι όμως, όταν τίθεται το ζήτημα της αντιμετώπισης αυτών των συμμοριών όπως στην περίπτωση της καταστροφής της Βιβλιοθήκης του ΑΠΘ ή παλαιότερα του προπηλακισμού του πρύτανη του ΟΠΑ, εκφωνούνται, από διαφορετικές πλευρές, κάθε είδους φληναφήματα: «η ανεπαρκής επιχειρησιακή τακτική της Αστυνομίας», «η επίλυση των προβλημάτων μέσω του διαλόγου και της πειθούς», «το δικαίωμα στην αντισυμβατική αντιπαράθεση», «η καλύτερη φύλαξη των ΑΕΙ ως αντίδοτο στην αστυνομοκρατία» κ.λπ. Η συνέχεια είναι γνωστή, διά της διολισθήσεως, η ευθύνη καταλογίζεται στον κανέναν. Ωστόσο, πόση θεσμική σοφία και εγρήγορση χρειάζεται όταν έχει απειληθεί και προπηλακιστεί φοιτητής στην κατάληψη-στέκι (sic) του Βιολογικού (ΑΠΘ), καθηγητής ή πρύτανης να συλληφθούν και να δικαστούν οι δράστες και όσοι είναι φοιτητές να διαγραφούν από τα μητρώα του πανεπιστημίου, όπως ο νόμος ορίζει; Πόση διορατικότητα απαιτείται ώστε να μην παραχωρούνται εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου για πάρτι όταν υπάρχουν επιθέσεις στα συνεργεία ανακατασκευής της Βιβλιοθήκης στο ΑΠΘ; Πόση ανοχή μπορεί ακόμα να επιδεικνύεται από πανεπιστημιακούς, κόμματα και Αρχές στη δράση των συμμοριών στα ΑΕΙ, εν ονόματι του (ανομολόγητου) πολιτικού κόστους; Δυστυχώς, στην πραγματικότητα, η απάντηση καταλήγει στο «πού να μπλέκεις τώρα;».
Η εφαρμογή της νομοθεσίας για την ασφάλεια και την προστασία των ΑΕΙ είναι απαράδεκτο να παραμένει μια άλυτη πολιτική εξίσωση. Στέλνει το μήνυμα ότι το κράτος ψηφίζει νόμους και οι συμμορίες των μπάχαλων μπορούν να κλιμακώνουν ατιμώρητα τη βία. Θυμίζω, ωστόσο, ότι η κατοχύρωση της καθολικότητας της ασφάλειας και η άσκηση της αντεγκληματικής πολιτικής σε ένα δημοκρατικό κράτος δικαίου δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των διοικητικών Αρχών των πανεπιστημίων, αλλά στις αρμοδιότητες του στενού κρατικού πυρήνα της διακυβέρνησης. Γι’ αυτό το πρόβλημα είναι βαθιά πολιτικό. Επομένως, αν θέλουμε να βάλουμε τέλος στην ελληνική εξαιρεσιμότητα της βίας στα πανεπιστήμια, θα πρέπει να αναμετρηθούμε και να συγκρουστούμε μετωπικά με αυτή, χωρίς παλινωδίες και χωρίς ανοχή που διαιωνίζει τη βίαιη κληρονομιά. Θα πρέπει να «μπλέξουμε» τελικά, για να ξεμπλέξουμε οριστικά με αυτές τις εικόνες της ντροπής.
Ο Θεόδωρος Π. Παπαθεοδώρου είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, πρ. υφυπουργός