Έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και κατάρτισης 2018 Ελλάδα

η έκθεση

Περισσότερο από το ήμισυ του ελληνικού πληθυσμού δεν διαθέτει βασικές ψηφιακές δεξιότητες.Στο 46% το 2017, το ποσοστό των Ελλήνων που ανέφεραν ότι διαθέτουν τουλάχιστον βασικές ψηφιακές δεξιότητες δεν έχει προχωρήσει από το 2016, κατατάσσοντας τη χώρα στην 25η θέση στην ΕΕ. Η Ελλάδα διαθέτει τον μικρότερο αριθμό ειδικών των ΤΠΕ (1,4%6) στηνΕΕ-28 παρά την αναμενόμενη ανάγκη για προηγμένες ψηφιακές δεξιότητες στις αγορές εργασίας της ΕΕ (Cedefop, 2016). Μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (ΕΚΤ), υποδομές πληροφορικής έχουν παρασχεθεί σε πολλά σχολεία, ωστόσο η ψηφιακή εκπαίδευση εξακολουθεί να μην είναι επαρκώς ενσωματωμένη στο πρόγραμμα σπουδών. Όσον αφορά τις θετικές επιστήμες, ένα εντυπωσιακό ποσοστό ύψους 50% των μαθητών ηλικίας 15 ετών στην Ελλάδα αναφέρουν ότι δαπανούν ελάχιστο ή καθόλου χρόνο για πρακτικά πειράματα στο εργαστήριο (ΟΟΣΑ, 2016).

Το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει αυξηθεί περαιτέρω.Στο 43,7% το 2017, η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά ψηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ (39,9%) και απότον εθνικό στόχο (40%). Τούτο αντικατοπτρίζει μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις (8,8 ποσοστιαίες μονάδες) στην ΕΕ7κατά τα τελευταία 5 έτη. Η οικονομική κρίση, η οποία μπορεί να έχει προκαλέσει την παράταση της παραμονής των παιδιών στην εκπαίδευση, μπορεί να εξηγήσει μόνο εν μέρει την αύξηση. Η ταχύτερη επέκταση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πραγματοποιήθηκε γύρω στις αρχές της νέας χιλιετίας και οι δημογραφικές αλλαγές οδήγησαν στη μείωση της ηλικιακής ομάδας. Εντός της Ελλάδας, υπάρχουν μεγάλες διαφορές στην ολοκλήρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανάμεσα σε διάφορες περιφέρειες, που κυμαίνονται από το 50% στην Αττική (η οποία περιλαμβάνει την Αθήνα) έως το 25% στο νότιο Αιγαίο.

Οι αναντιστοιχίες δεξιοτήτων είναι οι υψηλότερες στην ΕΕ.Στο 43,3% το 2016, το μερίδιο των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που εργάζονται σε θέσεις εργασίας που δεν απαιτούν πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν το υψηλότερο απ’ όλες τις χώρες στην ΕΕ (μέσος όρος της ΕΕ: 26%) (Cedefop), 2018). Η γεωργική παραγωγή, το λιανικό εμπόριο, οι υπηρεσίες και η κρατική διοίκηση αποτελούν τους τέσσερις κύριους τομείς απασχόλησης στην Ελλάδα, ενώ οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν στον τομέα της εστίασης μεταξύ του 2014 και του 2017 (Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας, 2018).

Οι προτιμήσεις σπουδών των Ελλήνων σπουδαστών μοιάζουν με εκείνες των Ευρωπαίων συνομηλίκων τους.Οι περισσότεροι σπουδαστές αποφοίτησαν με πρώτο πτυχίο στις επιχειρήσεις, τη διοίκηση,τη νομική ή τη μηχανική (19%), εν συνεχεία, τις τέχνες και τις ανθρωπιστικές επιστήμες (15%) και τις φυσικές επιστήμες (7% το 2016[8]). Σε επίπεδο μεταπτυχιακών σπουδών, οι περισσότεροι τίτλοι απονέμονται στον τομέα των επιχειρήσεων, της διοίκησης και της νομικής (28,9%) παρά σε οποιονδήποτε άλλο τομέα, ακολουθώντας την τάση που επικρατεί και στις περισσότερες χώρες της ΕΕ. Το 10,2% των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών απονέμεται στις φυσικές επιστήμες, ενώ ο μέσος όρος είναι7,1% στην ΕΕ. Ωστόσο, το ποσοστό συμμετοχής σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών ανέρχεται στο 8,1%, το χαμηλότερο στην ΕΕ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018γ). Σε επίπεδο διδακτορικών σπουδών, με ποσοστό συμμετοχής 3,5%[9] (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018γ), το μερίδιο των πτυχιούχων φυσικών επιστημών που ανέρχεται στο 11% κατατάσσεται μεταξύ των χαμηλότερων στην ΕΕ (26%)[10], ενώ οι περισσότεροι τίτλοι διδακτορικών σπουδών (26,5%) απονέμονται στον τομέα της υγείας και της πρόνοιας.
[7]Την οποία υπερβαίνει μόνο η Αυστρία, όπου η αύξηση οφείλεται στη στατιστική αναταξινόμηση.
[8] Η καλύτερες επιδόσεις σημειώνονται στο Ηνωμένο Βασίλειο με 17%, ακολουθούμενο από τη Γαλλία (10%) και τη Γερμανία (6%) (στοιχεία της Eurostat 2016).
[9]Δεδομένα 2014/2015.
[10] Προηγείται από τη Σλοβενία και τη Ρουμανία, με τη Γαλλία στο 44,5% και την Ισπανία στο 32% να καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις.

Η ισχυρή κινητικότητα προς το εξωτερικό συνεχίζεται.Με περισσότερους από 30000 σπουδαστές να έχουν εγγραφεί σε πρόγραμμα σπουδών στο εξωτερικό κατά το ακαδημαϊκό έτος 2014/2015, η Ελλάδα κατέχει την τέταρτη θέση στην ΕΕ όσον αφορά την κινητικότητα στο εξωτερικό, σε απόλυτους αριθμούς μετά τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018γ). Η συγκεκριμένη κινητικότητα των σπουδαστών χρηματοδοτείται κυρίως ιδιωτικά, δεδομένου ότι οι υποτροφίες και τα δάνεια δεν επεκτείνονται σε σπουδές στο εξωτερικό με εξαίρεση την περιορισμένη κινητικότητα πιστωτικών μονάδων στο πλαίσιο αναγνωρισμένων προγραμμάτων βραχυπρόθεσμης κινητικότητας όπως το Erasmus+ (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018γ).

Οι πόροι είναι ανεπαρκείς στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μετά την Κροατία,η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη υψηλότερη αναλογία καθηγητών/σπουδαστών στην ΕΕ, με έναν καθηγητή να διδάσκει 44 μαθητές (μέσος όρος της ΕΕ: 1 προς15). Η καθαρή έλλειψη καθηγητών από το 2010 λόγω μη αντικατάστασης των συνταξιούχων εκτιμάται σε ποσοστό περίπου 30%. Το ποσοστό του ακαδημαϊκού προσωπικού κάτω των 35 ετών που ανέρχεται στο 3,3% είναι το χαμηλότερο στην ΕΕ, ενώ πάνω από το 50% είναι άνω των 50 ετών (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2018γ). Για το ακαδημαϊκό έτος 2018/2019, το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε αύξηση 4000 θέσεων εισακτέων (76692 θέσεις συνολικά) σε σχέση με το 2017, καθώς και 34 εκατ. ευρώ πρόσθετης χρηματοδότησης. 1500 νέοι ερευνητές θα προσληφθούν ως διδακτικό προσωπικόαπό το ακαδημαϊκό έτος 2018/2019 με χρηματοδότηση από το ΕΚΤ. Αναμένεται να διδάξουν έως τρία μαθήματα προκειμένου να αποκτήσουν διδακτική εμπειρία. Ωστόσο, η θετική επίδραση στην αναλογία σπουδαστών-καθηγητών μπορεί να αντισταθμιστεί από την ολοένα αυξανόμενη έλλειψη χώρου σε πολλά ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ).

Η βία στα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα.Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, 358 βίαια επεισόδια σημειώθηκαν από το 2011 έως 2017 σε ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων παρεμπόδιση των δραστηριοτήτων, παράνομη είσοδος, απειλές, επιθέσεις και διακίνηση ναρκωτικών. Η έκθεση, η οποία βασίζεται σε άρθρα έντυπων μέσων μαζικής ενημέρωσης, δεν καταλήγει σε κάποιο συμπέρασμα σχετικά με τις συνέπειες της κατάργησης του «πανεπιστημιακού ασύλου» (το οποίο επιτρέπει την παρουσία αστυνομιών αρχών στα πανεπιστήμια κατόπιν άδειας της Πανεπιστημιακής Συγκλήτου) το 2011 και την επανεισαγωγή του τον Αύγουστο του 2017. Ενώ τα βίαια επεισόδια αυξήθηκαν έντονα το 2012, οι αριθμοί μειώθηκαν στη συνέχεια, ειδικά τα τελευταία κατά 3 έτη που καλύπτονται από τη μελέτη. Προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της εγκληματικότητας στα ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης, το Υπουργείο Παιδείας συνέστησε μια ειδική «Επιτροπή για τη μελέτη ζητημάτων της ακαδημαϊκής ελευθερίας και ειρήνης». Οι προτάσειςτης επιτροπής δημοσιεύτηκαν τον Σεπτέμβριο του 2018.